19.8 C
Arta
Δευτέρα, 20 Μαΐου, 2024

Η περιτομή του Ιησού Χριστού και ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας

Κάθε χρόνο την 1η Ιανουαρίου η Εκκλησία τιμά την Περιτομή του Χριστού, δηλαδή την αφαίρεση από το θείο βρέφος του δέρματος, που καλύπτει τη βάλανο του γεννητικού του οργάνου. Η σχετική τελετή έγινε σύμφωνα με τον ιουδαϊκό νόμο την όγδοη ημέρα από τη γέννηση του παιδιού, σε συναγωγή της Βηθλεέμ, όπου έλαβε και το όνομα Ιησούς (Εξοδ. ιβ’, 43-49, Γέν. ιζ’, 9-19, Λουκ. β’, 21).

Ιστορικά, η περιτομή εφαρμοζόταν από αρχαιοτάτων χρόνων στους σημιτικούς λαούς της Μέσης Ανατολής για ιατρικούς λόγους, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο. Για τους Εβραίους αποτελεί καθαρά θρησκευτική τελετή και είναι ένα από τα κυριότερα γνωρίσματα της θρησκείας τους. Είναι το φυσικό σημείο της διαθήκης που συνήψε ο Γιαχβέ (Θεός) με τον Αβραάμ. Έτσι, κάθε άρρην Εβραίος για να ενταχθεί στον περιούσιο λαό του Θεού οφείλει να περιτμηθεί κατά την όγδοη ημέρα της ζωής του. Είναι το ανάλογο του βαπτίσματος για τους χριστιανούς. Την περιτομή εφαρμόζουν και οι Μουσουλμάνοι, κατά το παράδειγμα του Μωάμεθ. Εκτελείται στα αγόρια κατά την εφηβική ηλικία.

Από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια ανέκυψε θέμα ως προς την αναγκαιότητα τήρησης ή μη της περιτομής και στους χριστιανούς που προέρχονταν από Εθνικούς (ειδωλολάτρες). Το ζήτημα έλυσε η Αποστολική Σύνοδος της Ιερουσαλήμ (49), που αποφάνθηκε υπέρ της προαιρετικής εφαρμογής της περιτομής από τους χριστιανούς. Σφοδρός πολέμιος της περιτομής υπήρξε ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος τόνιζε ότι εκείνο που έχει αξία για τη σωτηρία δεν είναι η σαρκική, αλλά η πνευματική περιτομή, δηλαδή η βαθιά πίστη και αγάπη προς Θεό.

Πολλοί ανά τους αιώνες απόρησαν τι να έγινε άραγε το περιτμηθέν μέρος (ακροβυστία) της σάρκας Χριστού. Ο Αναστάσιος ο Σιναΐτης και ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας υποστήριξαν ότι το φύλαξε η Παναγία ως ιερό κειμήλιο και όταν αναστήθηκε ο Κύριος το πήρε μαζί του. Στη Δύση πιστευόταν ότι η ακροβυστία βρισκόταν σ’ ένα κιβώτιο σε εκκλησία στο Καβίλλινο της Κάτω Βουργουνδίας. Όταν, όμως, το άνοιξε ο επίσκοπος Γάστος στις 19 Απριλίου 1707 δεν βρήκε παρά λίγη άμμο κι ένα μικρό χαλίκι. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η ακροβυστία του Κυρίου σωζόταν στο ναό του Αγίου Ιωάννη του Λατερανού στη Ρώμη.

Απολυτίκιο

Μορφήν αναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες, Θεός ων κατ’ ουσίαν πολυεύσπλαγχνε Κύριε, και νόμον εκπληρών περιτομήν, θελήσει καταδέχῃ σαρκικήν, ίνα παύσης τα σκιώδη, και περιέλης το κάλυμμα των παθών ημών. Δόξα τη αγαθότητι τη ση, δόξα τη ευσπλαγχνία σου, δόξα τη ανεκφράστω Λόγε συγκαταβάσει σου.

Εξέχουσα προσωπικότητα της Χριστιανικής Εκκλησίας, ο Βασίλειος υπήρξε σπουδαίος ιεράρχης και κορυφαίος θεολόγος, γι’ αυτό και ανακηρύχτηκε Άγιος και Μέγας. Είναι ένας από τους Πατέρες της Εκκλησίας κι ένας από τους Τρεις Ιεράρχες. Η μνήμη του εορτάζεται την 1η Ιανουαρίου από τους Ορθοδόξους (14 Ιανουαρίου απ’ όσους ακολουθούν το Ιουλιανό Ημερολόγιο) και στις 2 Ιανουαρίου από τους Καθολικούς. Η μνήμη του συνεορτάζεται στις 30 Ιανουαρίου, κατά την εορτή των Τριών Ιεραρχών, μαζί με τους δύο άλλους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο.

Γεννήθηκε το 330 στην Καισάρεια της Καππαδοκίας (νυν Καϊσερί Τουρκίας) και ήταν γιος του ποντίου ρήτορα (δικηγόρου της εποχής) Βασιλείου και της Εμμέλειας, η μνήμη της οποίας τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μαζί με του υιού της. Στην οικογένεια εκτός από το Βασίλειο υπήρχαν άλλα οκτώ ή εννέα παιδιά. Μεταξύ αυτών, ο Γρηγόριος, ο μετέπειτα σπουδαίος θεολόγος, γνωστός ως Γρηγόριος Νύσσης. Η γιαγιά του Μακρίνα ήταν κόρη χριστιανού μάρτυρα και μαζί με τη μητέρα του Εμμέλεια έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του χριστιανικού χαρακτήρα του Βασιλείου.

Μετά τα εγκύκλια μαθήματα που πήρε στην πατρίδα του, ο Βασίλειος στάλθηκε στο Βυζάντιο για ευρύτερες σπουδές. Το 351 πήγε στην Αθήνα, όπου ανθούσαν ακόμη τα γράμματα και οι τέχνες. Σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία, αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική, φυσική κ.ά. Στην Αθήνα γνωρίστηκε με τον Ιουλιανό, μετέπειτα αυτοκράτορα του Βυζαντίου και αργότερα μεγάλο πολέμιο του Χριστιανισμού, και τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό, με τον οποίο τον συνέδεσε μία ιερή και ισόβια φιλία.

Μετά τις σπουδές του στην Αθήνα επέστρεψε το 351 στην Καισάρεια, όπου άσκησε το επάγγελμα του ρήτορα, όπως και ο πατέρας του. Πολύ γρήγορα ξεκίνησε ένα πνευματικό ταξίδι στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Μεσοποταμία και τη Συρία, για να γνωρίσει τους ασκητές και να σπουδάσει τον μοναχισμό. Τόσο πολύ γοητεύτηκε από την αυστηρή ασκητική ζωή, ώστε πήγε στον Πόντο κι έζησε μοναχός στην έρημο για μία πενταετία (357-362).

Σκόπευε να μείνει οριστικά εκεί, αν δεν επισυνέβαινε ο θάνατος του επισκόπου Καισαρείας Ευσέβιου. Ο λαός της Καισαρείας ζήτησε να τον διαδεχθεί ο Βασίλειος και μετά την εκλογή του αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Καισάρεια. Παρέμεινε για εννέα χρόνια επίσκοπος Καισαρείας και άφησε σπουδαίο έργο, που αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τις επόμενες γενιές. Ίδρυσε μία σειρά από φιλανθρωπικά ιδρύματα, που έγιναν γνωστά ως «Βασιλειάδα», η οργάνωση των οποίων για την περίθαλψη των φτωχών και των ασθενών αποτέλεσε υπόδειγμα πνευματικής προσφοράς και κοινωνικής δράσης.

Ο Βασίλειος ήταν αλύγιστη ψυχή μπροστά σε κάθε είδους κοσμική εξουσία. Κάποτε, ο αυτοκράτορας Ουάλης, που υποστήριζε τους Αρειανούς, του έστειλε τον επίτροπό του Μόδεστο. Ο αυτοκρατορικός απεσταλμένος τον φοβέρισε με δήμευση της περιουσίας του, εξορία και μαρτυρικό θάνατο. Ατάραχος, ο Βασίλειος απάντησε:

– «Λίγα τριμμένα ρούχα και κάμποσα βιβλία αποτελούν όλη μου την περιουσία· επομένως δεν φοβάμαι τη δήμευση. Την εξορία δεν τη λογαριάζω, γιατί σ’ αυτόν τον κόσμο είμαι παρεπίδημος. Ούτε τα μαρτύρια φοβούμαι, γιατί τον θάνατο θεωρώ ως ευεργέτη, επειδή θα με οδηγήσει πιο γρήγορα στον Θεό.»

– «Κανένας άλλος επίσκοπος δεν μου μίλησε έτσι», είπε θυμωμένος ο Μόδεστος.

– «Δεν θα μίλησες ποτέ με πραγματικό επίσκοπο», του ανταπάντησε ο Βασίλειος.

Ο Μέγας Βασίλειος υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας, με καθοριστική συνεισφορά στη διατύπωση του δόγματος της Αγίας Τριάδας, ενώ συνέταξε και Θεία Λειτουργία («Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου»). Τα έργα του διακρίνονται σε δογματικά, αντιαιρετικά, ασκητικά, πρακτικά, ομιλίες και επιστολές.

Σε όλη τη σύντομη ζωή του αγωνίστηκε για την ενότητα της Χριστιανικής Εκκλησίας, που μαστιζόταν στην εποχή του από θεολογικές έριδες σχετικά τις δοξασίες του Αρείου. Πέθανε την 1η Ιανουαρίου του 379 σε ηλικία 49 ετών και τάφηκε με μεγάλες τιμές.

Απολυτίκιον Αγίου Βασιλείου

Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου,
ως δεξαμένην τον λόγον σου,
δι’ ου θεοπρεπώς εδογμάτισας,
την φύσιν των όντων ετράνωσας,
τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας.
Βασίλειον ιεράτευμα, Πάτερ Όσιε·
πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ,
σωθήναι τας ψυχάς ημών.

source

 

Related Articles

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

SOCIAL

9,593ΥποστηρικτέςΚάντε Like
76ΑκόλουθοιΑκολουθήστε

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ